Νέος Πύργος

Νέος Πύργος
Ονομασία δύο οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ.) στην πρώην επαρχία Ορεστιάδας του νομού Έβρου. 2. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 5 μ.) στην πρώην επαρχία Ιστιαίας του νομού Ευβοίας. Ήταν έδρα της ομώνυμης πρώην κοινότητας (13 τ. χλμ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Μπαϊρόιτ — (Bayreuth). Πόλη (75.400 κάτ.) της Γερμανίας, στο ομόσπονδο κράτος της Βαυαρίας, πρωτεύουσα της Άνω Φραγκονίας, 65 χλμ. ΒΑ της Νυρεμβέργης. Ιδρύθηκε το 1194 από τον επίσκοπο Όθωνα B’ του Μπάμπεργκ και κοσμήθηκε με λαμπρά έργα τέχνης κυρίως από… …   Dictionary of Greek

  • Νιούκαστλ — (Newcastle upon Tyne ή Newcastle on Tyne). Πόλη (185.700 κάτ. το 2003) της Μεγάλης Βρετανίας στη βορειοανατολική Αγγλία, πρωτεύουσα της κομητείας Νορθάμπερλαντ. Βρίσκεται στον ποταμό Τάιν, που είναι πλωτός έως τις εκβολές του, επί 12 χλμ., και σε …   Dictionary of Greek

  • Αστερουσιών, δήμος — Νέος δήμος (6.303 κάτ.) του νομού Ηρακλείου, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Αχεντριά, Εθιάς, Καλυβίων, Λιγορτύνου, Μεσοχωρίου, Παρανύμφων, Προτορίων, Πύργου, Τεφελίου, Χάρακος και Χαρακίου, οι… …   Dictionary of Greek

  • Βάρναλης, Κώστας — (Πύργος, Βουλγαρία 1882 ή 1884 – Αθήνα 1974). Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος και μεταφραστής. Νέος ήρθε στην Ελλάδα, όπου φοίτησε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1909 άρχισε να υπηρετεί στο Δημόσιο ως δάσκαλος, το… …   Dictionary of Greek

  • Χαλεπάς, Γιαννούλης — (Πύργος, Τήνος 1851 – Αθήνα 1938). Έλληνας γλύπτης. Γεννημένος στο χωριό που έδωσε τους περισσότερους καλλιτέχνες του 19ου αι. και από πατέρα μαρμαρογλύπτη, πήγε μικρός στη Σύρο για να μάθει γράμματα, αναγκασμένος από την πίεση του πατέρα του που …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • Δανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Δανίας Έκταση: 43.094 τ. χλμ Πληθυσμός: 5.352.815 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κοπεγχάγη (499.148 κάτ. το 2001)Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στην ιστορική ομάδα των σκανδιναβικών χωρών. Συνορεύει στα Ν με τη Γερμανία, ενώ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”